ἀπόπολις

ἀπόπολις
ἀπόπολις
far from the city
fem nom sg
ἀπόπολις
far from the city
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • απόπολις — ἀπόπολις κ. πτολις, ( ιδος κ. εως), ο, η (Α) ο εξόριστος …   Dictionary of Greek

  • ἀπόπτολιν — ἀπόπολις far from the city fem acc sg ἀπόπολις far from the city fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπόπτολις — ἀπόπολις far from the city fem nom sg ἀπόπολις far from the city fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”